- ἀλεκτρυονοπώλης
- ἀλεκτρυονο-πώλης, Hühnerverkäufer
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
αλεκτρυονοπώλης — ἀλεκτρυονοπώλης, ο (Α) ορνιθοπώλης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλεκτριών όνος + πώλης < πωλῶ] … Dictionary of Greek
αλεκτρυών — Μυθολογικό πρόσωπο Ο Α. ήταν νεαρός φίλος του Άρη, ο οποίος, κάθε φορά που ο θεός του πολέμου συναντιόταν με την Αφροδίτη, καθόταν φρουρός έξω από το δωμάτιο για να τους προειδοποιεί όταν έβγαινε ο ήλιος. Μια νύχτα, όμως, ο Α. αποκοιμήθηκε και ο… … Dictionary of Greek